Ξεπάγιασα:
Κλεiσι α…ρέ του παραθύρ’! μας ξιπάϊασις ουλνούς!
Ξεπάγιασα:
Κλεiσι α…ρέ του παραθύρ’! μας ξιπάϊασις ουλνούς!
Επίτηδες.
Τι νόμ’σις! ξιπιτούτου σι φώναξα να ιέρθ’ς, μπάκι φύφ’γ κι δι ρθεί στού καφινείου.
Όταν κάποιος δεν έχει ομοιότητηες σε εξωτερικά χαρακτηριστικά ή ο χαρακτήρας του δεν έχει ομοιότητες με το σόϊ του, ή έχει ή θέλει να απομακρυνθεί απ’ τους συγγενείς του. Τα παραπάνω ανάλογα με τα συμφραζόμενα.
Αϊ ξάδιρφι ξισόϊδιασαμι ντίπ! πόσα χρόνια ιέχ’ς να πατήεις του πουδάρι’ς στού χουριό κι στού σπίτ’ μας;
Αδύνατη τόσο ώστε φαίνονται τα παϊδια της.
Αυτήν είνι σα ξιρουπάϊδα, άμα την φ’σήξου θα πιέσ’ καταή.
Ξεκουράστηκα.
Ακούμπ’σα εδωϊάς λιγάκ’ κι ξαπόστασα, άϊτι να σκουθού γιτί ιέχου κι άλλες δλειές να φτιάσου.
Χασμουργιέμαι με πολύ ανοιχτά τα σαγόνια.
Ξετσαουλιάατ’κα απ’ τη νύστα πάου να ξαπλουθού.
Διαλύθηκα, εξοντώθηκα,
Ξισρτίφτ’κα απ τα γέλια σταμάτα σ’ λέου!
Ξύνομαι.
Μι τάραξαν αυτά τα ρμαδιακά τα κνούπια, ξιέμαι ούλ’ την ώρα, δι μι γλέπ’ς;
Ο αδέξιος.
Ξ’λόχερος είσι κι σ’ πέφνε τα πιάτα απ’ του χιέρι’ς;
Χάλασε.
Τρακάρ’σε μι τ’ αμ΄ξ’ κι τού ξιμπαρδάκουσε σ’ λέου, ιευτιχώς αυτός δεν ιέπαθι τίποτας.